αυτοκρατορικός

αυτοκρατορικός
η , ό[ν]
1) самодержавный; 2) императорский; имперский;

§ αυτοκρατορικός ρυθμός — стиль ампир


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "αυτοκρατορικός" в других словарях:

  • αυτοκρατορικός — ή, ό (AM αὐτοκρατορικός, ή, όν) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον αυτοκράτορα νεοελλ. αυτός που αρμόζει σε αυτοκράτορα 2. «αυτοκρατορική ιδέα» η πολιτειολογική άποψη για τη μοναδικότητα της αυτοκρατορικής εξουσίας σε ολόκληρη την οικουμένη… …   Dictionary of Greek

  • αυτοκρατορικός — ή, ό 1. αυτός που έχει να κάνει με τον αυτοκράτορα: Ονομαστή έμεινε η αυτοκρατορική φρουρά του Μ. Ναπολέοντα. 2. οπαδός του αυτοκρατορικού πολιτικού συστήματος: Παλιότερα στην Αγγλία υπήρχε αυτοκρατορικό κόμμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αὐτοκρατορικά — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator neut nom/voc/acc pl αὐτοκρατορικά̱ , αὐτοκρατορικός of or for the Imperator fem nom/voc/acc dual αὐτοκρατορικά̱ , αὐτοκρατορικός of or for the Imperator fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐτοκρατορικῶν — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator fem gen pl αὐτοκρατορικός of or for the Imperator masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐτοκρατορικόν — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator masc acc sg αὐτοκρατορικός of or for the Imperator neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐτοκρατορικαῖς — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐτοκρατορικαί — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐτοκρατορικοῖς — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐτοκρατορικῆς — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐτοκρατορικῇ — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐτοκρατορική — αὐτοκρατορικός of or for the Imperator fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»